- 3 Μαρτίου, 2023
- Posted by: admin
- Category: Μη κατηγοριοποιημένο
ΕΙΣΟΔΗΜΑ
Α.1006/2023 Ετήσιες βεβαιώσεις 2022
Μέχρι τις 28/2/2023 υποβάλλονται οι ετήσιες βεβαιώσεις για (α) αποδοχές ή συντάξεις, (β) αμοιβές από επιχειρηματική δραστηριότητα και (γ) για εισοδήματα από μερίσματα, τόκους, δικαιώματα. Όσοι ήταν υπόχρεοι για υποβολή προσωρινών δηλώσεων για τα πιο πάνω εισοδήματα (ΠΟΛ 1099-1100-1101/2019), δεν υποβάλλουν ετήσιες βεβαιώσεις.
https://www.taxheaven.gr/circulars/42297/a-1006-2023
Άρθρο 1ο Προσωρινές διαφορές αντιμετώπιση κατά το χρόνο διανομής τους
(Γιαννόπουλος Παναγιώτης, Πρόεδρος ΔΣ ΕΛΤΕ)
Το άρθρο αποτελεί μια ερμηνευτική προσέγγιση σε αυτό το δυσνόητο θέμα.
Άρθρο 2ο Η αποφυγή της διπλής φορολόγησης
Η αποφυγή της διπλής φορολόγησης κατά τη διανομή ποσών σχετιζόμενων με προσωρινές διαφορές μετά την εγκύκλιο Ε.2089/2022 (Πρακτικές εφαρμογές)
Πρόσθετη προσέγγιση σε αυτό το δυσνόητο θέμα.
Άρθρο 3ο Διανομή αφορολόγητων κερδών
Επιπλέον προσέγγιση για το ίδιο θέμα
Άρθρο-Προσαυξημένη έκπτωση διαφημιστικής δαπάνης κατά τα έτη 2022 και 2023
Χρηστικές σημειώσεις.
Ανάλωση κεφαλαίου σε κοινή δήλωση εγγάμων
Χρηστικές σημειώσεις.
https://www.taxheaven.gr/news/62367/analwsh-kefalaioy-se-koinh-dhlwsh-eggamwn
ΦΠΑ
ΣτΕ 1586/2022 ΦΠΑ: Κριτήρια ορθού εντοπισμού της μόνιμης εγκατάστασης
Το πλέον πρόσφορο σημείο αναφοράς για τον καθορισμό του τόπου παροχής υπηρεσιών από φορολογικής απόψεως και, συνεπώς, κατά προτεραιότητα, είναι ο τόπος που ο υποκείμενος στον φόρο έχει εγκαταστήσει την έδρα της οικονομικής του δραστηριότητας, τυχόν δε άλλη εγκατάσταση (“μόνιμη εγκατάσταση”) λαμβάνεται υπόψη για την επιβολή της φορολογίας μόνο στην περίπτωση κατά την οποία η αναφορά στην έδρα δεν οδηγεί σε ορθή λύση ή δημιουργεί σύγκρουση αρμοδιότητας με άλλο Κράτος Μέλος.
Από τη συναφή δε νομολογία του ΔΕΕ συνάγεται ότι υποκείμενος στον φόρο, ο οποίος έχει εγκαταστήσει την έδρα της οικονομικής δραστηριότητάς του σε ορισμένο κράτος μέλος και λαμβάνει υπηρεσίες από έναν δεύτερο υποκείμενο στον φόρο εγκατεστημένο σε άλλο κράτος μέλος, πρέπει να θεωρηθεί ότι διαθέτει στο εν λόγω κράτος μέλος “μόνιμη εγκατάσταση”, προκειμένου να καθορισθεί ο τόπος φορολόγησης των υπηρεσιών αυτών, εάν η εν λόγω εγκατάσταση εμφανίζει μια ελάχιστη συνοχή με τη μόνιμη συνύπαρξη ανθρώπινων και τεχνικών πόρων, οι οποίοι είναι αναγκαίοι για την αυτοτελή παροχή των συγκεκριμένων υπηρεσιών (όταν η έννοια αυτή καθορίζεται σε σχέση με τον παρέχοντα τις υπηρεσίες) ή οι οποίοι της επιτρέπουν να λαμβάνει και να χρησιμοποιεί τις υπηρεσίες που της παρέχονται για την κάλυψη των αναγκών της εν λόγω εγκατάστασης, δηλαδή της δραστηριότητάς της (όταν η έννοια αυτή καθορίζεται σε σχέση με τον λήπτη των υπηρεσιών).
Εν σχέσει δε με το πρώτο κριτήριο της ανωτέρω νομικής έννοιας (κατά το οποίο η μόνιμη εγκατάσταση πρέπει να χαρακτηρίζεται από επαρκή βαθμό μονιμότητας και να διαθέτει κατάλληλη υποδομή σε ανθρώπινους και τεχνικούς πόρους), έχει κριθεί, μεταξύ άλλων, ότι:
1. η έννοια της «μόνιμης εγκατάστασης» απαιτεί μια “ελάχιστη συνοχή”, με την ύπαρξη σε μόνιμη βάση των ανθρώπινων και τεχνικών πόρων που είναι αναγκαίοι για την αυτοτελή παροχή των συγκεκριμένων υπηρεσιών ·επομένως, δεν μπορεί να υφίσταται μόνιμη εγκατάσταση, αφενός, χωρίς προφανή υποδομή, η οποία υλοποιείται με την ύπαρξη ανθρώπινων ή τεχνικών πόρων· αφετέρου, η υποδομή αυτή δεν μπορεί να έχει μόνον περιστασιακή ύπαρξη,
2. προκειμένου να γίνει δεκτή η ύπαρξη μόνιμης εγκατάστασης σε κάποιο κράτος μέλος, δεν απαιτείται ο υποκείμενος στον φόρο να απασχολεί εκεί προσωπικό που τελεί σε υπαλληλική σχέση με τον ίδιο ούτε να χρησιμοποιεί μέσα επί των οποίων ο ίδιος έχει την κυριότητα, αλλά αρκεί ο υποκείμενος στον φόρο να έχει επί των πιο πάνω πόρων εξουσία διαθέσεως κατά τον ίδιο τρόπο όπως αν ήταν δικοί του
3. η ύπαρξη, στο έδαφος ενός κράτους μέλους, μόνιμης εγκατάστασης μιας εταιρίας που εδρεύει σε άλλο κράτος μέλος δεν μπορεί να συναχθεί απλώς και μόνον από το γεγονός ότι η εταιρία κατέχει θυγατρική στο κράτος αυτό.
Εν σχέσει, εξάλλου, προς το δεύτερο κριτήριο (σχετικά με τη διαπίστωση της ύπαρξης μόνιμης εγκατάστασης, κατά το οποίο μια τέτοια εγκατάσταση χαρακτηρίζεται από υποδομή κατάλληλη, από απόψεως ανθρώπινων και τεχνικών πόρων, που επιτρέπει στο νομικό πρόσωπο να λαμβάνει τις παρεχόμενες υπηρεσίες και να τις χρησιμοποιεί για τις ανάγκες της δραστηριότητάς του) έχει κριθεί, μεταξύ άλλων, ότι:
1. μόνο το γεγονός ότι η οικονομική δραστηριότητα του ενός υποκείμενου στον φόρο μπορεί να έχει άμεση επιρροή στα αποτελέσματα της οικονομικής δραστηριότητας του άλλου υποκείμενου στον φόρο ή ότι οι οικονομικές δραστηριότητες των δύο υποκειμένων συνιστούν οικονομική ενότητα δεν είναι, καθεαυτά, στοιχεία κρίσιμα για τον καθορισμό της έννοιας της μόνιμης εγκατάστασης
2. δεν συνιστά μόνιμη εγκατάσταση η σταθερή εγκατάσταση σε κράτος μέλος, η οποία χρησιμοποιείται μόνον προκειμένου η επιχείρηση να ασκεί δραστηριότητες προπαρασκευαστικού ή επικουρικού χαρακτήρα, όπως είναι η πρόσληψη προσωπικού ή η αγορά τεχνικών μέσων ή στην οποία διενεργούνται απλώς βοηθητικές και συμπληρωματικές εργασίες, ήτοι εγκατάσταση από την οποία δεν καθίσταται δυνατή η κατάρτιση των συμβάσεων που συνιστούν το αντικείμενο της οικονομικής της δραστηριότητας ή η λήψη διοικητικών αποφάσεων περί τη διαχείριση
3. οι ίδιοι πόροι δεν μπορούν να χρησιμοποιούνται ταυτόχρονα τόσο για την παροχή όσο και για τη λήψη των ίδιων υπηρεσιών, ήτοι δεν μπορεί να ταυτίζονται οι ανθρώπινοι και τεχνικοί πόροι τόσο του παρέχοντος όσο και του λήπτη της ίδιας υπηρεσίας, δεδομένου, άλλωστε, ότι κατ’ αρχήν δεν είναι δυνατόν ένας υποκείμενος στον φόρο να αποτελεί ο ίδιος τη μόνιμη εγκατάσταση άλλου υποκείμενου στον φόρο.
Τούτο, ωστόσο, δεν αποκλείει την περίπτωση ένας υποκείμενος στον φόρο να έχει στενή και μόνιμη πρόσβαση στους ανθρώπινους και τεχνικούς πόρους άλλου υποκείμενου στον φόρο, ο οποίος μπορεί, ως προς την με τον τρόπο αυτή θεμελιούμενη μόνιμη εγκατάσταση, να λογίζεται ταυτόχρονα, από άλλη σκοπιά, και ως παρέχων υπηρεσίες· υπό την έννοια, συνεπώς, αυτή είναι καθοριστικής σημασίας το ζήτημα του (ορθού) εντοπισμού τόσον του τόπου στον οποίο ασκεί δραστηριότητα ο υποκείμενος στον φόρο και αξιοποιεί τις υπηρεσίες του άλλου υποκείμενου στον φόρο για τις ανάγκες της δραστηριότητάς του όσο και του είδους της τελευταίας αυτής δραστηριότητας, την οποία ο υποκείμενος στον φόρο ασκεί με τους παρεχόμενους από τον άλλο υποκείμενο πόρους.
https://www.taxheaven.gr/circulars/42313/ste-1586-2022
ΔΕΕΦ Α 1139959 ΕΞ 19-12-2022 ΦΠΑ κατά την παραγωγή και πώληση βιβλίων
https://www.taxheaven.gr/circulars/42344/deef-a-1139959-ex-19-12-2022
MYDATA
myDATA – Οι νέοι χρόνοι διαβίβασης των συναλλαγών για τα έτη 2023 – 2024
Χρηστικοί πίνακες
myDATA – Η απόφαση για την παράταση των αποκλίσεων 2021, έως τις 31/3/2023
https://www.taxheaven.gr/news/62172/mydata-h-apofash-gia-thn-paratash-twn-apoklisewn-2021
ΑΑΔΕ: Θεματικές Ενότητες myDATA – Άτυπη Ομάδα Ασφαλιστικών Εταιρειών
Πρωτασφάλιση, Πληρωθείσες Αποζημιώσεις, Ασφαλιστικοί Διαμεσολαβητές/Προμήθειες Διαμεσολάβησης, Ασφαλιστικοί Διαμεσολαβητές/Εναλλακτικός Τρόπος, Αντασφάλιση
ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ
ΔΕΔ: Έμμεσες τεχνικές ελέγχου – Αρχή των αναλογιών – Μη ορθή εφαρμογή της από τον έλεγχο – Καταστροφή αποθεμάτων και απεικόνιση στα βιβλία
ΔΕΔ – Μη αναγνώριση ζημιάς από stock options σε δικαιούχους συνδεδεμένων ΝΠ
Η μη αναγνώριση της ζημιάς από τον έλεγχο έγινε με επίκληση του αρθ.48, παρ.4 του ΚΦΕ
ΔΕΔ: Αρνητικός συντελεστής μικτού κέρδους – Έμμεση τεχνική ελέγχου, αρχή αναλογιών – Μη διενέργεια Pro-rata σε περίπτερο
Μη προσκόμιση αρχείων ΦΗΜ στον έλεγχο – Το πρόστιμο του άρθρου 54Ε του ΚΦΔ
ΔΕΔ 1955/2022 Κ.Β.Σ. – Λήψη εικονικών – Παραγραφή – Καλή πίστη
Προισχύων ΚΦΕ (ν2238/94): Παράταση της παραγραφής κατά 11 έτη λόγω συμπληρωματικών στοιχείων κατά το τελευταίο έτος της 10ετίας
https://www.taxheaven.gr/circulars/42261/ded-1955-2022
Άρθρα Η «τεχνητή διευθέτηση» ως εργαλείο επιβολής φόρων
https://www.taxheaven.gr/circulars/42305/arora-h-texnhth-dieyoethsh-ws-ergaleio-epibolhs-forwn
ΔΕΔ: Λογιστικές διαφορές, υπερβάλλουσα ανάλωση α’ υλών – Μη σωστή μέθοδος τεκμηρίωσης ενδοομιλικών συναλλαγών
Απόρριψη φύρας και μεθόδου τεκμηρίωσης transfer pricing
ΔΕΔ: Stock options από φορολογικό κάτοικο αλλοδαπής – Παροχή σε είδος
Φορολόγηση stock options στην Ελλάδα
ΛΟΙΠΑ
Άρθρο-Μη αναληφθέντα μερίσματα ή κέρδη και τέλη χαρτοσήμου
Μερίσματα: Η μη ανάληψη μερισμάτων από τους δικαιούχους αυτών και η πίστωση των δικαιούχων με τα ποσά των μερισμάτων δεν συνιστά αυτή καθ’ εαυτή δάνειο, ούτε σχέση ανώμαλης παρακαταθήκης, η οποία λογίζεται ως δάνειο, εάν δεν προκύπτει από κάποιο έγγραφο ή από εγγραφή στα βιβλία της εταιρείας, ρητά αναφερόμενης σε σύναψη σύμβασης δανείου ή περιέχουσας τα στοιχειοθετούντα τη σχέση αυτή στοιχεία, ώστε να μπορεί να συναχθεί, ότι η σχέση της εταιρείας και των μετόχων της είναι δανειακής φύσης (ΣτΕ 314/1987, ΣτΕ 703/1988, Διοικ. Εφ. Αθ. 1847/1984, σχετ. ΣτΕ 353/1976, ΣτΕ 3655/1977, ΣτΕ 2047/1978, κ.λπ.).
Κέρδη: Η μη ανάληψη από τους εταίρους, για χρονικό διάστημα, των κερδών παρελθουσών χρήσεων δεν συνιστά δάνειο, ούτε ανώμαλη παρακαταθήκη, η οποία κατά το άρθρο 830 του Αστικού Κώδικα λογίζεται ως δάνειο, εφόσον δεν αποδεικνύεται από εγγραφή στα βιβλία της εταιρείας ή από άλλο στοιχείο, ότι η εταιρεία είχε την εξουσία να χρησιμοποιήσει ή ότι χρησιμοποίησε τα χρήματα αυτά (ΣτΕ 353/1976, ΣτΕ 3655/1977, ΣτΕ 2047/1978).
https://www.taxheaven.gr/news/62275/mh-analhfoenta-merismata-kai-telh-xartoshmoy
Βεβαιώσεις αποδοχών 2022: 30 ερωτήσεις-απαντήσεις για την ορθή υποβολή
Χρηστικές ερωτο-απαντήσεις.
ΑΑΔΕ: Συχνές ερωτήσεις-απαντήσεις για βεβαιώσεις αποδοχών κ.ά.
https://www.taxheaven.gr/circulars/42363/syxnes-erwthseis-apanthseis
Άρθρα Φόρος Συγκέντρωσης Κεφαλαίων
Γνωμοδότηση από ΣΟΛ ΑΕ – Για το ποσό των μερισμάτων, που δεν έχει καταβληθεί στους μετόχους προκειμένου να διατεθεί για μελλοντική αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου, η οποία θα προσδιοριστεί με νεότερη απόφαση Γενικής Συνέλευσης, δεν υπάρχει υποχρέωση υποβολής δήλωσης φόρου συγκέντρωσης κεφαλαίων
ΕΡΓΑΣΙΑΚΑ
Άρειος Πάγος 1216/2022 Τι θεωρείται μισθός – Οικειοθελείς παροχές
Mισθός στην σύμβαση εργασίας θεωρείται κάθε παροχή, την οποία κατά το νόμο ή την σύμβαση καταβάλλει ο εργοδότης στον εργαζόμενο ως αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας του, μέρος δε αυτού (είτε κατά πρόβλεψη της αρχικής σύμβασης, είτε με μεταγενέστερη συμφωνία) είναι δυνατόν να συνιστούν και παροχές σε είδος (εφόσον δίνονται σε αντάλλαγμα της εργασίας και όχι για άλλο λόγο, όπως για τις λειτουργικές ανάγκες της επιχείρησης κ.λ.π.) και δη σε τροφή.
Συνάγεται περαιτέρω ότι ο εργοδότης, κατά την διάρκεια της λειτουργίας της εργασιακής σχέσης, μπορεί να προβαίνει σε οικειοθελείς παροχές προς τον μισθωτό, παροχές δηλ. για τις οποίες δεν έχει καταρχήν νομική δέσμευση (και δη από την σύμβαση), ως ιδιαίτερη αμοιβή για την εργασία (που μπορούν, όπως προαναφέρθηκε, να συνίστανται και σε είδος, όπως η χορήγηση γεύματος στις εγκαταστάσεις της επιχείρησης του εργοδότη), η συνεχής δε και επανειλημμένη επί μακρόν και μάλιστα κατά τακτά χρονικά διαστήματα παροχή της ιδιαίτερης αυτής αμοιβής καταλήγει σε σιωπηρή συμφωνία για την τακτική καταβολή της, αποτελεί δηλ. μισθό με βάση την (σιωπηρά καταρτιζόμενη) σύμβαση, και κατά συνέπεια δεν μπορεί να διακοπεί η καταβολή της από τον εργοδότη, αφού δεν στηρίζεται πλέον στην μονομερή θέλησή του αλλά στην σύμβαση, εκτός αν αυτός είχε ρητά επιφυλαχθεί ως προς την διακοπή της στο μέλλον, και κατά συνέπεια η μονομερής ανάκλησή της απ’ αυτόν συνιστά μονομερή βλαπτική μεταβολή των όρων της εργασιακής σύμβασης.
https://www.taxheaven.gr/circulars/42283/areios-pagos-1216-2022
Άρειος Πάγος 393/2020 Υπερωρία – Υπερεργασία
Η υπερωριακή εργασία, νόμιμη ή παράνομη, έχει ως βάση το ανώτατο ωράριο της ημερήσιας και όχι της εβδομαδιαίας απασχολήσεως του μισθωτού, υπό την έννοια ότι υφίσταται υπερωριακή εργασία όταν ο μισθωτός απασχοληθεί πέραν των 8 ωρών ημερησίως ή πέραν των 9 ωρών, για όσους απασχολούνται επί πέντε ημέρες την εβδομάδα, έστω και αν με την υπεραπασχόληση αυτή δεν πραγματοποιείται υπέρβαση του οριζόμενου από το νόμο ανώτατου ορίου εβδομαδιαίας εργασίας, αφού δεν χωρεί συμψηφισμός της ημερήσιας υπερωρίας με τις ολιγότερες ώρες εργασίας ή με την πραγματοποιηθείσα εργασία σε άλλη εργάσιμη ημέρα της ίδιας εβδομαδιαίας περιόδου.
Στην περίπτωση της υπερεργασίας, δηλαδή της απασχολήσεως του μισθωτού πέραν από τις 40 ώρες μέσα στην ίδια εβδομάδα μέχρι τη συμπλήρωση των 48 ωρών ανώτατης εβδομαδιαίας εργασίας, κριτήριο αποτελεί όχι η ημερήσια αλλά η εβδομαδιαία απασχόληση του μισθωτού και μάλιστα εκείνη που πραγματοποιείται κατά τις εργάσιμες ημέρες της εβδομάδας.
Επομένως, αν ο μισθωτός απασχολούμενος δεν υπερβεί κατά τις εργάσιμες ημέρες της εβδομάδας το συμβατικό εβδομαδιαίο ωράριο των 40 ωρών, δεν δικαιούται την οικεία πρόσθετη αμοιβή (ωρομίσθιο επαυξημένο κατά 25%), διότι δεν έχει πραγματοποιήσει υπερεργασία. Το ίδιο συμβαίνει και όταν ο χρόνος της εβδομαδιαίας εργασίας έχει υπερβεί το όριο των ωρών λόγω απασχολήσεως του μισθωτού την Κυριακή ή άλλη ημέρα αναπαύσεως, αφού οι ώρες της εργασίας αυτής, για την οποία υφίσταται ειδική και αυτοτελής νομοθετική πρόνοια, δεν συναριθμούνται με τις ώρες των εργάσιμων ημερών της ίδιας εβδομάδας, στις οποίες και μόνο αποβλέπει η ρύθμιση της υπερεργασίας.
Περαιτέρω από 1-4-2001, σε επιχειρήσεις για τις οποίες εφαρμόζεται συμβατικό ωράριο εργασίας 40 ωρών την εβδομάδα, καταργείται η κατά την κρίση του εργοδότη υποχρέωση του μισθωτού για υπερεργασιακή απασχόληση 5 ωρών την εβδομάδα. Κατά συνέπεια καταργούνται οι 44η, 45η,46η, 47η και 48η ώρες υπερεργασιακής απασχολήσεως, εφόσον στις επιχειρήσεις αυτές ανώτατο νόμιμο εβδομαδιαίο ωράριο εργασίας ήταν, μέχρι την 31-3-2001, το 48ωρο.
Στις ως άνω επιχειρήσεις ο εργοδότης διατηρεί την ευχέρεια υπερωριακής απασχολήσεως του μισθωτού και ο μισθωτός αντίστοιχα υποχρεούται να παρέχει την εργασία του για 3 ώρες πέραν του συμβατικού ωραρίου (41η, 42η και 43η ώρα) την εβδομάδα. Η τρίωρη αυτή πέραν των 40 ωρών απασχόληση από 1-4-2001 ονομάζεται ιδιόρρυθμη υπερωριακή απασχόληση. Από 1-4-2001 η πέραν των σαράντα τριών ωρών (43) απασχόληση του μισθωτού των ως άνω επιχειρήσεων θεωρείται υπερωριακή απασχόληση ως προς όλες τις νόμιμες συνέπειες, διατυπώσεις και διαδικασίες έγκρισης.
Η έκφραση του νόμου, ότι θεωρείται υπερωριακή απασχόληση η πέραν των 43 ωρών την εβδομάδα επί πλέον απασχόληση, δεν έχει την έννοια ότι ως υπερωρία θεωρείται πλέον μόνον η υπέρβαση του ανώτατου νομίμου εβδομαδιαίου ωραρίου εργασίας και όχι η υπέρβαση του ανώτατου ωραρίου της ημερήσιας απασχολήσεως του μισθωτού, το οποίο και μετά την 1-4-2001, ελλείψει άλλης ειδικής ρυθμίσεως εξακολουθεί να είναι το 8ωρο ή το 9ωρο επί πενθήμερης εβδομαδιαίας απασχολήσεως.
Επομένως, για τους εργαζόμενους με το σύστημα της πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας και μετά την ισχύ του ν. 2874/2000, ως υπερωριακή εργασία θεωρείται η απασχόληση πέραν των 9 ωρών ημερησίως. Ο νομοθέτης με το άρθρο 4 του ν. 2874/2000 ήθελε να υπογραμμίσει ότι μετά την κατάργηση των 5 ωρών εβδομαδιαίας υπερεργασιακής απασχολήσεως, το ανώτατο νόμιμο εβδομαδιαίο ωράριο εργασίας είναι πλέον 43 (αντί 48) ώρες, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Από 1-4-2001 οι μισθωτοί που απασχολούνται υπερωριακά δικαιούνται για κάθε ώρα ιδιόρρυθμης υπερωριακής απασχολήσεως, καθώς και για κάθε ώρα νόμιμης υπερωριακής απασχολήσεως και μέχρι τη συμπλήρωση 120 ωρών ετησίως, αμοιβή ίση με το καταβαλλόμενο ωρομίσθιο προσαυξημένο κατά 50%. Για την πέραν των 120 ωρών ετησίως υπερωριακά απασχόληση εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 1 του ν.435/1976. Ο μισθωτός σε κάθε περίπτωση μη νόμιμης (παράνομης) υπερωριακής απασχολήσεώς του δικαιούται αποζημίωση ίση με το 250% του καταβαλλόμενου ωρομισθίου για κάθε ώρα μη νόμιμης υπερωρίας (δηλαδή για κάθε ώρα προσαύξηση 150% επί του καταβαλλόμενου ωρομισθίου) (ΑΠ 1003/2018, ΑΠ 2088/2007, ΑΠ 1622/2002).
ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΑ
Άρθρο-Επιδότηση ασφαλιστικών εισφορών από 1.1.2023 για την μετατροπή συμβάσεων μερικής απασχόλησης σε πλήρους απασχόλησης
Σύμφωνα με το άρθρο 9 του ν. 4997/2022 παρέχεται κίνητρο για τη μετατροπή συμβάσεων εργασίας μερικής απασχόλησης σε συμβάσεις πλήρους απασχόλησης. Το κίνητρο αυτό συνίσταται στην επιδότηση κατά ποσοστό 40% των ασφαλιστικών εισφορών του εργαζομένου και του εργοδότη επί 1 έτος. Το συγκεκριμένο ευεργέτημα μπορεί να ληφθεί από εργοδότες που απασχολούν εργαζόμενους μερικής απασχόλησης σε ποσοστό άνω του 50% του συνόλου των μισθωτών εργαζομένων τους και το σχετικό αίτημα δύναται να υποβληθεί από 1.1.2023 μέχρι τις 31.12.2023.